Η φιλοσοφική σκέψη δεν ήταν μόνο προνόμιο των ανδρών
της Ευδοκίας Αικατερινάρη, χημικού
Η χώρα μας από τους κλασικούς ακόμη χρόνους πέρασε στη συνείδηση των λαών ως η πατρίδα των Γραμμάτων, των Τεχνών και της Φιλοσοφίας. Δεν είναι τυχαίο ότι επάνω στις φιλοσοφική σκέψη μεγάλων Ελλήνων διανοητών, όπως των κορυφαίων Αριστοτέλη (Στάγειρα 384 – Χαλκίδα 322 π. Χ.) και Πλάτωνα (427-347 π. Χ.), αλλά και πολλών άλλων, στηρίχτηκαν ιδεολογίες και προβληματισμοί που έφεραν ανατροπές στις κοινωνικές δομές και σημάδεψαν ολόκληρες γενιές ανθρώπων.
Γιατί όσο κι αν είναι δύσκολο να έχει εφαρμογή η Αριστοτελική σκέψη στα σημερινά κοινωνικά δεδομένα, όσο κι αν δίδονται από πολλούς αμφιλεγόμενες ερμηνείες στις απόψεις του περί δουλείας, για τις σχέσεις των δύο φύλων, για τις κοινωνικές ανισότητες κ.ά., δεν παύει να αποτελεί σημαντικό εργαλείο και βάθρο θεμελίωσης των σύγχρονων επιστημών. Η ρήση του ότι ο άνθρωπος είναι από τη φύση του πολιτικό ον παραμένει, αναμφιβόλως, μια μεγάλη αλήθεια.
Πολύ περισσότερο όμως από την Αριστοτελική προσέγγιση της φύσης και των πολιτικών πραγμάτων, επηρέασαν και εξακολουθούν να επηρεάζουν μέχρι και σήμερα διανοητές και ηγέτες οι φιλοσοφικές θεωρήσεις του Επίκουρου (341 – 270 π. Χ.). Άφησαν το στίγμα τους στη σύγχρονη ιστορία. Στις μεγάλες αλήθειες του ίδιου και της σχολής που ίδρυσε, με το όνομα «Κήπος του Επίκουρου», ανέτρεξαν ή και στηρίχτηκαν μεγάλες προσωπικότητες της Πολιτικής και των Γραμμάτων. Ο Τόμας Τζέφερσον (1801-1809), για παράδειγμα, τρίτος Πρόεδρος των Η.Π.Α. και βασικός συντάκτης της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας των ΗΠΑ, έγραψε στις 19 Οκτωβρίου 1819 στο φίλο του Γουίλιαμ Σορτ: «Όπως λες για τον εαυτό σου, έτσι κι εγώ είμαι Επικούρειος. Θεωρώ ότι η αυθεντική (όχι η πλαστή) διδασκαλία του Επίκουρου περιέχει καθετί λογικό από την πρακτική φιλοσοφία που μας άφησαν η Ελλάδα και η Ρώμη». Αλλά και ο διανοητής Κάρολος Μαρξ εντυπωσιασμένος από τις φιλοσοφικές αναζητήσεις του Επίκουρου, υπέβαλε το 1841 στη Φιλοσοφική Σχολή τού Πανεπιστημίου της Ιένας στη Γερμανία τη διδακτορική διατριβή του με θέμα «Η διαφορά μεταξύ της φυσικής φιλοσοφίας του Δημόκριτου και του Επίκουρου». Με αυτή την εργασία του αναγορεύτηκε σε διδάκτορα.
Εκτός όμως από τους άνδρες Έλληνες φιλοσόφους, που λίγο πολύ είναι γνωστοί στις ανδροκρατούμενες επί αιώνες κοινωνίες, υπήρξαν και γυναίκες φιλόσοφοι, άγνωστες στους πολλούς. Τα ονόματά τους και ως ένα βαθμό η φιλοσοφική τους ενασχόληση σώθηκαν από τα γραπτά τους ή από σχετικές αναφορές μεταγενέστερων συγγραφέων. Εντοπίστηκαν συνολικά 40 γυναίκες φιλόσοφοι και μαθηματικοί, από τον 10ο αι. π. Χ. έως τον 5ο αι. μ. Χ. Αξίζει, ωστόσο, να δούμε τις σπουδαιότερες από αυτές γιατί με το συγγραφικό τους έργο συνέβαλαν σε μεγάλο βαθμό στο θαύμα της αρχαιοελληνικού Πνεύματος.
Η Αρήτη
Πατρίδα της ήταν η Κυρήνεια του 5ου π. Χ. αιώνα και πατέρας της ο Αρίστιππος, ιδρυτής της εκεί φιλοσοφικής Σχολής. Ήταν σύγχρονη του Σωκράτη και δίδαξε φιλοσοφία στη σχολή της Αττικής σε περισσοτέρους από 100 φιλοσόφους, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο γιος της Αρίστιππος, γνωστός και ως «Μητροδίδακτος», που έγινε αργότερα διευθυντής της Κυρηναϊκής Σχολής. Η Αρήτη έγραψε σαράντα βιβλία στα οποία μεταγενέστεροι φιλόσοφοι, ακόμη και μέχρι την εποχή του Βοκάκιου (1313-1375 µ.Χ.), ανέτρεχαν για να αντλήσουν πληροφορίες.
Η Διοτίμα
Καταγόταν από τη Μαντινεία της Αρκαδίας. Εκτός από φιλόσοφος υπήρξε και ιέρεια. Στην ιδιότητά της αυτή, άλλωστε, οφείλεται και το όνομά της, καθώς το Διοτιμία αναφέρεται στη γυναίκα που τιμά τον Δία.
Ο Πλάτωνας όταν στο «Συμπόσιό» του αναφέρθηκε σ’ αυτήν, έγραψε ότι υπήρξε σοφή γυναίκα και δασκάλα του Σωκράτη (469-399 π. Χ.), ο οποίος και της απέδωσε τις δέουσες τιμές. Του δίδαξε, όπως ομολόγησε ο ίδιος, τα μυστήρια του έρωτα ως πόθου και ως κινήτρου για το ωραίο και το αληθινό. Ο Ξενοφώντας, από τη μεριά του, τη μνημονεύει με την αναφορά «ουκ άπειρος δυσσυνέτων διαγραμμάτων έστι», ως γνώστρια δηλαδή των πλέον δυσκολονόητων γεωμετρικών θεωρημάτων της πυθαγόρειας αριθμοσοφίας.
Εδώ θα πρέπει να σημειώσω ότι διατυπώθηκαν και απόψεις που δεν θεωρούσαν την Διοτίμα υπαρκτό πρόσωπο, αλλά επινοήθηκε από τον Πλάτωνα στο «Συμποσίο» ως ένας γυναικείος χαρακτήρας, βασισμένος στα χαρακτηριστικά της Ασπασίας, της θεωρούμενης εταίρας και γνωστής συντρόφου του Περικλή. Η τελευταία εξάλλου εντυπωσίασε τον Πλάτωνα με την εξαιρετική μόρφωση και την ευστροφία της. Τα προσόντα αυτά, σύμφωνα με τις απόψεις άλλων, οφείλονταν στις οικονομικές δυνατότητες του πατέρα της Αξίοχου και της εύπορης οικογένειάς του, που κατάγονταν από την ιωνική πόλη της Μιλήτου, στη σημερινή επαρχία του Αϊδινίου της Τουρκίας. Στην Ασπασία, επίσης, αποδίδει ο Πλάτων τη συγγραφή του περίφημου «Επιταφίου του Περικλή», κατακρίνοντας την ευλάβεια των συγχρόνων του στο πρόσωπό του. Αντιστοίχως ο Ξενοφών στον «Οικονομικό» του, ένα από τα έργα του που αναφερόταν στο μεγάλο φιλόσοφο Σωκράτη, παραδέχεται ότι η Ασπασία διέθετε περισσότερες γνώσεις από εκείνο, σχετικά με τη διαχείριση του σπιτιού και τις οικονομικές σχέσεις ανάμεσα στους δύο συζύγους.
Η Θεανώ η Θουρία ή Κροτωνιάτιδα
Ήταν Ελληνίδα μαθηματικός και αστρονόμος του 6ου π. Χ. αι. και κόρη του ιατρού Βροντίνου. Καταγόταν από τους Θούριους της Κάτω Ιταλίας, όπου έζησε και άκμασε στον 6ο π. Χ. αιώνα. Θεωρείται η διασημότερη γυναίκα αστρονόμος και κοσμολόγος της αρχαιότητας, γιατί σ’ αυτή αποδίδεται πέραν των άλλων και η θεωρία της χρυσής τομής.
Μαθήτευσε κοντά στο Πυθαγόρα, που μετά την αναχώρησή του από τη Σάμο εγκαταστάθηκε στην Κάτω Ιταλία. Γοητευμένη κι αυτή, όπως και τα πλήθη που κατέφθαναν εκεί από διάφορες περιοχές για να ακούσουν την διδασκαλία του, τον παντρεύτηκε αν και ήταν κατά 30 χρόνια μεγαλύτερός της. Μετά το θάνατό του εγκατέλειψε τον Κρότωνα και την Πυθαγόρεια Σχολή, όπου δίδασκε κι αυτή αστρονομία και μαθηματικά και εγκαταστάθηκε στη Σάμο.
Αργότερα παντρεύτηκε τον Αρίσταιο, μαθητή επίσης του Πυθαγόρα είχαν αναλάβει ο οποίος είχε αναλάβει, όπως και ο γιος του Μνήσαρχος σε διαφορετική περίοδο, την Πυθαγόρεια κοινότητα στον Κρότωνα. Γιατί όπως είναι γνωστό πολλοί οπαδοί του Πυθαγόρα, που συνέρρευσαν εκεί από όλα τα μέρη για να ακούσουν την διδασκαλία του μεγάλου επιστήμονα, αποφάσισαν να μην επιστρέψουν στις πατρίδες τους και να παραμείνουν στον Κρότωνα με τις οικογένειές τους. Παρέμειναν εκεί με το σύνολο των μαθητών του, προσφέροντας σε κοινή διαχείριση τις περιουσίες τους και ανεγείροντας ένα τεράστιο κτίριο το οποίο ονόμασαν Ομακοείο. Εκεί άκουγαν τις διδασκαλίες, έπαιρναν μέρος στα τεκταινόμενα και αποδέχονταν ως θείες τις απόψεις του Πυθαγόρα, καθώς έφτασαν να τον συμπεριλαμβάνουν ανάμεσα στους Θεούς. Οι θεωρίες των Πυθαγορείων εκτείνονταν πλέον σε όλα τα δυνατά πεδία της γνώσης, στη θρησκεία, στην αισθητική, ακόμα και στην πολιτική.
Η Θεανώ, έχοντας συνεπίκουρους τα παιδιά της Δαμώ, Μύια, Αριγνώτη, Μνήσαρχο και Τηλαύγητο, επιμελήθηκε και συνέχισε τη διδασκαλία και τη διάδοση του το έργου του μεγάλου Πυθαγόρα στον Ελλαδικό χώρο, αλλά και έξω από αυτόν. Αργότερα τα παιδιά τους ανέλαβαν την διοίκηση των Πυθαγορείων σχολών.
Τα σημαντικά επιστημονικά έργα της ήταν: Η Κοσμολογία, το Θεώρημα της χρυσής τομής, η Θεωρία των αριθμών, η Κατασκευή του σύμπαντος, ο Βιος του Πυθαγόρα (που δεν σώζεται) και το Περί αρετής, το οποίο αφιέρωσε στον μεγάλο πολεοδόμο και αρχιτέκτονα του 5ου π. Χ. αι. Ιππόδαμο τον Μιλήσιο. έγινε Το σημαντικότερο έργο του τελευταίου ήταν η ρυμοτόμηση της πόλης του Πειραιά με το «ιπποδάμειο σύστημα», στηριγμένο στην αυστηρά γεωμετρική χάραξη της πόλης σε οικοδομικά τετράγωνα κ.λπ. Όπως έγραψε γι’ αυτόν ο Αριστοτέλης «τον Πειραιά κατέτεμε».
Η Θυµίστα
Ήταν επιστολογράφος του Επίκουρου και γνωστή φιλόσοφος της περιόδου 371 – 271 π. Χ. Αποκαλούνταν και «θηλυκός Σόλων» καθώς τα επιτεύγματά της προσομοίαζαν με εκείνα του µεγάλου νοµοθέτη της Αρχαίας Αθήνας.
Η Λασθενία
Υπήρξε φιλόσοφος και φυσικός του 4ου π. Χ. αι. Σ’ αυτή αποδίδεται ο ορισμός της σφαίρας. Όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα dr Kate Lindermann’s Womaen Plilosophers, την μνημονεύει ο Διογένης ο Λαέρτης ως μια από τις αναγνωρισµένες γυναίκες φιλοσόφους της αρχαίας Ελλάδας, στο έργο του «Βίοι φιλοσόφων». Αρχικά σπούδασε στην Ακαδημία της Μαντινείας, μια πόλη της Αρκαδίας, που νικήθηκε από τους Σπαρτιάτες το 418 π. Χ.. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, σε μια πόλη με διακριτές τις κοινωνικές τάξεις των σκλάβων και των ελεύθερων. Οι τελευταίοι χωρίζονταν στους υπηκόους και στους ξένους, στους οποίους υπήρξε εταίρα η Λασθενία. Επειδή όμως ο νόμος που αφορούσε στις ξένες την υποχρέωνε να βρει προστάτη αν ήθελε να ζει μόνη, αυτή που δεν αποδεχόταν κάτι τέτοιο …φορούσε ανδρικά ρούχα για να μπορεί να παρακολουθεί τα μαθήματα του Πλάτωνα και στη συνέχεια του ανεψιού του Σπεύσιππου (408 π. Χ. – 338 π. Χ.), φιλοσόφου, μαθηματικού και πρώτου σχολάρχη της Πλατωνικής Ακαδημίας. Του τελευταίου έγινε και σύντροφος.
Η Περικτιόνη
Ήταν η μητέρα του μεγάλου φιλοσόφου Πλάτωνα, επίσης φιλόσοφος και η ίδια. Σύμφωνα με τις απόψεις του Διογένη του Λαέρτιου (3ος μ. Χ. αιώνας), που καταχώρησε στο σύγγραμμά του «Βίοι φιλοσόφων», ήταν απόγονος του Σόλωνα, του Αθηναίου νομοθέτη και σοφού και ανεψιά του Κριτία, πολιτικού, ποιητή και ρήτορα, αλλά και του σκληρότερου από τους Τριάκοντα Τυράννους της Αθήνας.
Δυο από τα έργα της, αποσπάσματα των οποίων έχουν διασωθεί, είναι το «Περί της γυναικών αρμονίας» και το«Περί σοφίας». Τα έργα αυτά της αποδίδονται με επιφυλάξεις, λόγω της πιθανολογούμενης διαφοράς στους χρόνους συγγραφής τους. Είναι άλλωστε και ο λόγος που κατατάσσονται στην «ψευδοπυθαγόρεια» φιλολογία.
Η Υππαρχία του Κυνικών
Γεννήθηκε το 360 π. Χ. και πέθανε το 280 π. Χ. Υπήρξε µέλος της σχολής των κυνικών, που δεν υπήρξε ιδιαίτερα δημοφιλής. Παντρεύτηκε τον Κράτη, έναν άλλο κυνικό φιλόσοφο, και επέλεξαν να ακολουθήσουν μαζί τον τρόπο ζωής των κυνικών, μια ζωή δηλαδή χωρίς ανέσεις, ιδιοκτησία και συµβατικούς κανόνες, όπως θεωρούνταν ανάμεσα σ’ αυτούς και ο θεσμός του γάµου. Γιατί η ισχύουσα κοινωνική δομή και πολιτική τάξη πραγμάτων δεν ήταν αποδεκτή από τους κυνικούς κι αυτή η απόρριψή τους αποτελούσε την βασική προϋπόθεση προκειμένου να καταστούν πολίτες του σύµπαντος.
Θα ολοκληρώσω την αναφορά μου στις γυναίκες επιστήμονες της Αρχαιότητας με την περισσότερο γνωστή Υπατία, που συνέχισε την σπουδαία παράδοσή τους, μερικούς αιώνες αργότερα, προσφέροντας στο βωμό της έρευνας ακόμα και τη ζωή της…
Η Υπατία
Ήταν νεοπλατωνική φιλόσοφος του 4ου μ. Χ. αι. και αστρονόμος, γνωστή και με το προσωνύμιο η «Γεωμετρική». Ασχολήθηκε με τα μαθηματικά, την αστρονομία και τη μηχανική. Αν εξαιρέσει κανείς την Αίθρα του 10 π. Χ. αι., που κατά την μυθολογία ήταν κόρη του βασιλιά της Τροιζήνας και μητέρα του Θησέα, και δίδασκε λογιστική στους νέους με τη χρήση άβακα και συμβόλων (κρητικοκομυκηναϊκό σύστημα), η Υπατία θεωρείται ιστορικά η πρώτη μαθηματικός με πολλές διακρίσεις στη σταδιοδρομία της. Γεννήθηκε το 370 μ. Χ. στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου και πήρε τα πρώτα της μαθήματα από τον πατέρα της Θέωνα τον Αλεξανδρέα (335-405 μ. Χ.), επίσης μαθηματικό και αστρονόμο. Μετέβη στη συνέχεια για σπουδές στην Ιταλία και στην Αθήνα, όπου παρακολούθησε μαθήματα στη νεοπλατωνική σχολή του Πλούταρχου του Νεότερου. Επιστρέφοντας στη γενέτειρά της ανέλαβε τη Σχολή των Πλατωνιστών της Αλεξάνδρειας στην οποία και δίδαξε.
Η ευρυμάθεια, η ευγλωττία, η ταπεινοφροσύνη, αλλά και η ομορφιά της ήταν λόγοι που δικαιολογούσαν την μεγάλη προσέλευση μαθητών της. Ανάμεσα σ’ αυτούς ο Συνέσιος ο Κυρηναίος, που αργότερα έγινε επίσκοπος Πτολεμαΐδας. Οι πολλές επιστολές που της έστειλε -και σώθηκαν- αποκαλύπτουν ότι την συμβουλευόταν για την κατασκευή του Αστρολάβου, ενός οργάνου που χρησιμοποιούσαν οι ναυτικοί στη ναυσιπλοΐα και οι αστρονόμοι, προκειμένου να προβλέψουν τις θέσεις του ήλιου της σελήνης και των άστρων και στη συνέχεια να εντοπίσουν το γεωγραφικό μήκος και πλάτος, απαραίτητα στοιχεία για τον καθορισμό της ώρας. Οι επιστολές, σε συνδυασμό με τις αναφορές άλλων συγγραφέων στους τίτλους σχετικών μελετών της, δείχνουν ότι η Υπατία είχε αφιερωθεί ιδιαίτερα στην αστρονομία και τα μαθηματικά.
Η Υπατία υπήρξε θύμα βίαιων καταστάσεων και μεγάλων επεισοδίων, ανάμεσα στους χριστιανούς και στους αντίπαλούς τους εθνικούς, που ταλάνισαν για καιρό την τόσο φημισμένη για τις επιστήμες και τα Γράμματα πόλη της Αιγύπτου. Εκείνη τη δύσκολη περίοδο η μόρφωση και η διάθεση για μάθηση- ιδιαίτερα των γυναικών- θεωρούνταν ταυτόσημες με την ειδωλολατρία και χρεώνονταν στους εθνικούς… Η κατάσταση οξύνθηκε ακόμη περισσότερο με την άνοδο το 412 μ. Χ. του Κυρίλλου στον πατριαρχικό θρόνο της Αλεξανδρείας. Όπως καταμαρτυρεί στην Εκκλησιαστική Ιστορία του ο Σωκράτης ο Σχολαστικός, αιτία της σκληρής θανάτωσής της Υπατίας ήταν οι σχέσεις που ανέπτυξε με τον Ορέστη, τον ειδωλολάτρη έπαρχο της πόλης…
Φαίνεται, ωστόσο, πως η ίδια παρά το γεγονός ότι είχε πολλούς φίλους χριστιανούς, προτίμησε να μείνει πιστή στις αρχαιοελληνικές παραδόσεις, αναζητώντας την αλήθεια μέσα από την αστρονομία, τα μαθηματικά και τους αρχαίους μύθους. Αυτός ήταν στην πραγματικότητα ο λόγος των εναντίον της διαθέσεων, που έφτασαν μέχρι τη βίαια θανάτωσή της, καθώς όπως καταμαρτυρείται κατακρεουργήθηκε από φανατικούς καλόγερους, που έκαψαν μετά το νεκρό της σώμα… Η έρευνά της για το πνεύμα και το νόημα της ζωής ήταν προσανατολισμένη σε κείμενα που είχαν αντιγραφεί από τι χιλιάδες χαμένων παπύρους που κοσμούσαν τη μεγάλη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας.
Τους παπύρους, τα μοναδικά αυτά μνημεία της ανθρώπινης σκέψης, προσπαθούσαν να εξαφανίσουν και εντέλει το πέτυχαν με την οριστική καταστροφή της βιβλιοθήκης το 391 μ. Χ. Οι πρώτες αναφορές γι’ αυτό το τραγικό γεγονός και ως μια συμβολή στην έρευνα για τον καταλογισμό ευθυνών δόθηκαν το 1780 από τον σημαντικό ιστορικό και οπαδό του Διαφωτισμού Edward Gibbon, στο μνημειώδες έργο του «η Παρακμή και η Πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας». Κι εδώ θα πρέπει να σημειώσω ότι ακόμα και σήμερα αναζητούνται από ερευνητές αραβικά χειρόγραφα στα οποία σώθηκαν μεταφρασμένα αρχαία ελληνικά έργα της βιβλιοθήκης που καταστράφηκε.
Η Υπατία πίστευε πως η φιλοσοφική προσέγγιση των πραγμάτων αποτελούσε το όχημα για το ταξίδι της ζωής, πίστευε πως στην αρχαία ελληνική γραμματεία είχε καταγραφεί το πνεύμα και το νόημά του. Η μεγάλη επιστήμων και φιλόσοφος της εποχής δολοφονήθηκε, το Μάρτη του 415 μ. Χ.. Η θανάτωσή της σήμανε και την έναρξη του μαρασμού της Αλεξάνδρειας, ενός από τα μεγαλύτερα πνευματικά κέντρα εκείνης της εποχής.
Θα τελειώσω το άρθρο μου με μια φράση που πιθανολογείται ότι αναφερόταν στη περίφημη βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας και ήταν χαραγμένη πάνω από τα ράφια της. Αφορούσε στο αγαθό της μάθησης και έγραφε «(Εδώ είναι) ο τόπος της θεραπείας της ψυχής»!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου